7. Η παραμυθένια Χόι Αν (Hội An)

(Από Νίκος)

Ωραίο το λεωφορείο, αλλά ο δρόμος ήταν άθλιος και ο οδηγός το πήγαινε με χίλια όλο το βράδυ. Φτάσαμε περίπου μια ώρα νωρίτερα στο σημείο που θα μας άφηνε, μια διασταύρωση στη μέση του πουθενά στις 06:00 το πρωί, μέσα στην πρωινή υγρασία, έξι χιλιόμετρα από το κέντρο και οι οδηγοί ταξί ήταν από νωρίς εκεί, με μάτι άγριο, έτοιμοι να δαγκώσουν τους ανυποψίαστους τουρίστες.

Ο Στέλιος είχε σχεδόν πείσει έναν καλοσυνάτο οδηγό να μας πάει με μια δίκαιη τιμή, πετάχτηκε ένας άλλος χοντρός συνάδελφός του και μας χάλασε τη συμφωνία. Τελικά επιβιβαστήκαμε και φτάσαμε νωρίς νωρίς στο ξενοδοχείο. Η καημένη υπάλληλος κοιμόταν σε ένα δωμάτιο πίσω από τη ρεσεψιόν και μόλις άκουσε ομιλίες πετάχτηκε  έξω (ουσιαστικά τη βγάλαμε από το κρεβάτι). Αφού μας κατατόπισε, μας είπε ότι το δωμάτιο δεν θα ήταν έτοιμο πριν τις 11 και μας είπε ότι μπορούμε να ξεκουραστούμε στο σαλόνι και αν θέλουμε να χρησιμοποιήσουμε τα ποδήλατα που παρείχε δωρεάν το ξενοδοχείο. Δεν υπήρξαν δεύτερες σκέψεις. Καβαλήσαμε τα 3 παλιά ποδήλατα και ξεχυθήκαμε στους έρημους δρόμους της της γραφικής αυτής πόλης που αποτελεί Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO από το 1999.

Η πρωινή βόλτα ήταν φανταστική! Η πόλη δεν είχε ακόμα ακόμα ξυπνήσει, οι δρόμοι ήταν έρημοι και μπορούσαμε να βγάζουμε φωτογραφίες και να σταματάμε όπου και όποτε θέλουμε. Είχα καιρό να κάνω ποδήλατο και η χαρά της εξερεύνησης ενός νέου και τόσο όμορφου τόπου με είχε εξιτάρει. Αφού κάναμε μια πρώτη εξερεύνηση της περιοχής ακολουθώντας κανάλια και δρομάκια, πήγαμε στην ιαπωνική γέφυρα του 16ου-17ου αιώνα με το βουδιστικό ναό και καταλήξαμε στην κεντρική αγορά για προμήθειες. Κάτσαμε για πρωινό σε ένα συμπαθητικό μαγαζί ακριβώς απέναντι από το κεντρικό κτίριο της αγοράς και είδαμε σιγά σιγά την πόλη να ξυπνάει και τους δρόμους να παίρνουν ζωή. Ήταν το ομορφότερο ξεκίνημα ημέρας στην ομορφότερη πόλη του Βιετνάμ. Για να ζήσω κάτι τέτοιες εμπειρίες δεν μπορώ να σταματήσω να ταξιδεύω, τόσο απλά!

Η εξερεύνηση της Χόι Αν, συνεχίστηκε για άλλες 2 μέρες με πολύ περπάτημα, βόλτα με βάρκα στο ποτάμι και νυχτερινούς περιπάτους  υπό το φως των παραδοσιακών φαναριών της Χόι Αν. Το βράδυ η παλιά πόλη μεταμορφώνονταν και γινόταν ακόμα πιο όμορφη υπό το φως των πολύχρωμων φαναριών και τις δεκάδες βάρκες που κυλούσαν ήρεμα στα κανάλια. Ήταν ένα θέαμα απερίγραπτο!

Η Χόι Αν είναι όμως και μια ιδανική βάση για την εξερεύνηση των ναών του My Son (Mỹ Sơn) καθώς απέχει μόνο μία ώρα οδικώς….και ο καταλληλότερος τρόπος για να ξεπεράσεις τη φοβία σου με το κυκλοφοριακό κομφούζιο του Βιετνάμ και να πας μέχρι εκεί είναι να νοικιάσεις ένα μηχανάκι.

Έτσι κάναμε και εμείς…Ένα πρωινό, μετά από ανύπαρκτες διαδικασίες (δε σου ζητάν αν έχεις καν δίπλωμα) βρεθήκαμε καβάλα σε τρία μανιτζέβελα σκουτεράκια. Με την βοήθεια του gps γρήγορα βρεθήκαμε έξω από την πόλη με κατεύθυνση προς τα δυτικά. Μετά και την απαραίτητη στάση για μια νόστιμη σούπα, πήραμε δυνάμεις και φτάσαμε στην είσοδο του αρχαιολογικού χώρου.

Ο κόσμος ήταν λιγοστός και η όλη οργάνωση του χώρου φανταστική. Ένα αμαξάκι του γκολφ, σε παραλαμβάνει από την είσοδο και σε οδηγεί μετά από μερικά χιλιόμετρα στο άνοιγμα μιας μικρής κοιλάδας. Από εκεί, σε περίπου 1,5 με δύο ώρες, μέσα από ένα δίκτυο βατών μονοπατιών και διαδρόμων, μπορείς να δεις τα 9 συμπλέγματα ναών που χτίστηκαν την περίοδο από τον 4ο έως και τον 14ο αιώνα από την δυναστεία των Champa. Στη συνέχεια μπορείς να ξεκουραστείς σε ένα μαγαζάκι και να παρακολουθήσεις ένα συμπαθητικό σόου με παραδοσιακά τραγούδια και χορό. Η περιήγηση κλείνει με επιστροφή με το αμαξάκι στην είσοδο και την επίσκεψη σε δύο αίθουσες μουσείου.

Δυστυχώς οι ναοί έχουν υποστεί και αυτοί τις συνέπειες του τελευταίου πολέμου καθώς αποτέλεσαν στρατιωτική βάση των δυνάμεων του Βορείου Βιετνάμ και άρα και στόχος βομβαρδισμών από τις ΗΠΑ. Κάποιες προσπάθειες αποκατάστασης και ανασκαφών έχουν γίνει και συνεχίζονται με την συνδρομή της Ινδίας, της Ιταλίας και άλλων κρατών.

Η ωραία μας βόλτα με τα σκουτεράκια συνεχίστηκε καθώς επιλέξαμε να γυρίσουμε πίσω προς στη Χόι Αν από διαφορετική διαδρομή διασχίζοντας αμέτρητους γραφικούς ορυζώνες, φτάνονταν ανατολικά της Χόι Αν, στη θάλασσα. Ο οικοδομικός οργασμός σε αυτήν την περιοχή είναι απερίγραπτος καθώς δεκάδες αν όχι και εκατοντάδες εργοτάξια μαρτυρούν τη μελλοντική λειτουργία μεγάλων ξενοδοχειακών μονάδων. Στο παραλιακό μέτωπο υπάρχουν ωραία beach bar και εστιατόρια και μετά από μια κοπιαστική ημέρα οδήγησης, απολαύσαμε τη θεά της θάλασσας πίνοντας μια μπύρα.

Η τελευταία μας νύχτα στη Χόι Αν έκλεισε με μια βόλτα στην παλιά πόλη και με την επιθυμία να φάμε μια καλή μπριζόλα. Την προηγούμενη ημέρα είχαμε εντοπίσει ένα πολλά υποσχόμενο μαγαζί πάνω στο ποτάμι και μακριά από το τουριστικό κέντρο. Τελικά ο θησαυρός αποδείχθηκε άνθρακας, απογοητευτήκαμε και συμβιβαστήκαμε με μερικά κομματάκια χοιρινού. Ο Σταμάτης όμως ακόμα πεινούσε! Είχε λοιπόν την έμπνευση να πάρει από ένα πλανόδιο πωλητή ένα πλοκάμι χταπόδι….Αποδέχθηκε να είναι πιο σκληρό και από τη σόλα των παπουτσιών μας! Το κέρδος ήταν ότι η πλάκα, το κράξιμο και το δούλεμα πήγε σύννεφο, κλείνοντας έτσι με μια εύθυμη νότα τη παραμονή μας στην πανέμορφη Χόι Αν. Επόμενη στάση θα ήταν η Da Nang.

(Από Στέλιος)

Ναι! η πλάκα με την μπριζόλα ήταν από τις καλύτερες στο ταξίδι. Πεινασμένοι επιχειρήσαμε μια “ελληνική κραιπάλη” στο μαγαζάκι στο ποτάμι που έψηνε τεράστιες μπριτζόλες. Παραγγείλαμε με τη βοήθεια του translator -πολύ χρήσιμη εφαρμογή- μιας και δεν μιλούσαν τα παιδιά αγγλικά. Τα πιάτα έφτασαν και προς μεγάλη απογοήτευση 4-5 κομματάκια λεπτοκομμένο χοιρινό ήρθε με λίγη σαλάτα… Φυσικά οι άνθρωποι εκεί δεν σερβίρουν γιγάντιες σπαλομπριζόλες ούτε τόμαχοκ φιλέτα 🙂 Ψήνουν και μοιράζουν μεταλαβιά! Εξάλλου είναι οι λιγότερο παχύσαρκοι άνθρωποι του πλανήτη!

Το Χόι Αν μοιάζει με ντεκόρ στις ταινίες του Ζανγκ Γιμού του σκηνοθέτη που άλλαξε το κινέζικο σινεμά! Αγναντεύοντας το βράδυ τα ατέλειωτα φαναράκια που λάμπουν σαν πυγολαμπίδες στο ποτάμι, το θέαμα σε συνεπαίρνει. Συνειρμοί από τα Raise the Red Lantern (Σήκωσε το κόκκινο φανάρι) διαδέχονται άλλους από τις ονειρικές ταινίες του Γιμού, κι ας μην έχουν καμμιά σχέση. Βέβαια οι κινέζικες δυναστείες ήταν στο Βιετνάμ για εκατοντάδες χρόνια…

Η λαϊκή αγορά με την πληθώρα λαχανικών και ψαριών, οι παλιοί ξύλινοι ναοί, οι γέφυρες, οι βάρκες, τα χρώματα των τοίχων, τα μαγαζάκια, η παλιά ξύλινη βιβλιοθήκη αφοπλίζουν την αισθητική του σήμερα που δεν μπορεί παρά να υποκλιθεί στη μαστοριά του χτες, στην τέχνη και το μεράκι του φτωχού τεχνίτη των παλιών χρόνων. Νοσταλγία; Οχι βέβαια όταν σκεφτείς ότι όποιο επισκέπτεται το Βιετνάμ έρχεται και δω γιατί εδώ είναι η ομορφιά έστω και με τόσο κόσμο πλέον.

Μπορεί επίσης να σας αρέσει...

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *